Κανείς δεν προέβλεπε ότι μια εξέγερση στην Τυνησία θα οδηγούσε στην ανατροπή του καθεστώτος Μπεν Άλι. Η Τυνησία έχει το υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα ανάμεσα στις μη πετρελαιοπαραγωγές αραβικές χώρες, ένα εκτεταμένο και αναπτυγμένο εκπαιδευτικό σύστημα, σημαντική τουριστική βιομηχανία και εμβάσματα μεταναστών. Επίσης το καθεστώς φαινόταν να έχει ένα πολύ οργανωμένο μηχανισμό καταστολής και πελατειακών σχέσεων που το καθιστούσε «θεματοφύλακα της σταθερότητας» στα μάτια της Δύσης. Τελικά όμως, και αυτό είναι το πρώτο μεγάλο δίδαγμα για τον αραβικό κόσμο, ο αραβικός εθνικισμός του 1970 και 1980, το κρατικό σύστημα πατρωνίας και πελατείας και οι υπηρεσίες ασφαλείας δεν είναι αρκετά για να διατηρήσουν την κοινωνική σταθερότητα. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν το 60% των νέων σε όλο τον αραβικό κόσμο (55% του τυνησιακού πληθυσμού είναι ηλικίας κάτω των 25 ετών) θεωρούν ότι οι προοπτικές επαγγελματικής και κοινωνικής ανέλιξης στην πατρίδα τους είναι απελπιστικά περιορισμένες. Η εύστοχη λοιπόν ερώτηση δεν είναι το που θα γίνει η νέα εξέγερση αλλά αν είναι σώφρον για τη Δύση, και την Ευρώπη ειδικότερα, να συνεχίσει μια πολιτική στήριξης τέτοιων καθεστώτων προς χάριν μιας αβέβαιης, όπως αποδεικνύεται, σταθερότητας.
Δείτε την Επίκαιρη Ανάλυση σε μορφή pdf
Μέχρι σήμερα η Ε.Ε. προώθησε σειρά πολυμερών και διμερών σχημάτων μεσογειακής συνεργασίας χωρίς όμως να πετύχει την πολιτική και οικονομική σύγκλιση των δύο πλευρών της Μεσογείου. Πρώτον γιατί οι πόροι που διέθεσε ήταν πενιχροί σε σχέση με αυτούς που διέθεσε για την ενσωμάτωση της ανατολικής και νοτιοανατολικής Ευρώπης. Δεύτερον, ενώ στην περίπτωση του μετασοβιετικού κόσμου δεν τέθηκε ποτέ το δίλημμα «δημοκρατία ή σταθερότητα» και η φιλελευθεροποίηση προωθήθηκε ακόμη και με υπερβολικές έξωθεν παρεμβάσεις, στην περίπτωση των αραβικών μεσογειακών κρατών οι κοινωνίες θεωρούνταν μάλλον ανώριμες για δημοκρατία και ανθρώπινα δικαιώματα και κρινόταν αναγκαία μια περίοδος (μάλλον αόριστη) για την «εκπαίδευση» των κ
οινωνιών. Είναι προφανές ότι η απειλή (υπαρκτή αν και μερικές φορές υπερβολική) ισλαμιστικών πλειοψηφιών στα αραβικά κοινοβούλια υπήρξε αποτρεπτική για μια σθεναρή ευρωπαϊκή στάση απέναντι σε καθεστώτα τύπου Τυνησίας.
Και τώρα τι; Θα καταρρεύσει το καθεστώς Μουμπάρακ στην Αίγυπτο, ή το αντίστοιχο καθεστώς στην Αλγερία ή οι μοναρχίες στο Μαρόκο και την Ιορδανία; Μάλλον όχι. Τα αραβικά κράτη δεν ανήκουν σε ένα ενιαίο πολιτικό, οικονομικό και στρατηγικό σύστημα, όπως το σοβιετικό, για να λειτουργήσει ένα φαινόμενο ντόμινο. Αντιθέτως, είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους και δεν αλληλεξαρτώνται σε τόσο μεγάλο βαθμό. Η τυνησιακή εξέγερση ήταν και μέχρι σήμερα παραμένει χωρίς πολιτική ηγεσία, σε πείσμα αυτών που θέλουν τους ισλαμιστές πίσω από κάθε αντίσταση. Παραμένει επίσης τυφλή ως προς το διακύβευμα της και το πολιτικό της αποτέλεσμα. Μένει να αποδειχθεί αν τελικά θα έχουμε μια δημοκρατική πορεία έκφρασης της κοινωνίας ή ένα νέο συσχετισμό στην κορυφή του καθεστώτος. Σε κάθε περίπτωση, η επιτυχία της εξέγερσης αυτής να εκδιώξει έναν, ως χθες, πανίσχυρο δικτάτορα είναι δυνατόν να αποτελέσει ένα νέο σύμβολο για κοινωνικές κινητοποιήσεις στην περιοχή αντίστοιχο ίσως με αυτό που αποτέλεσε η ιρανική επανάσταση εναντίον του Σάχη το 1979. Αποδεικνύει μάλιστα στις αραβικές και μουσουλμανικές κοινωνίες, και ας το συγκρατήσουμε αυτό, πως η λαϊκή κινητοποίηση είναι πιο αποτελεσματική στο να γκρεμίζει καθεστώτα από ότι η δολοφονική στρατηγική οργανώσεων τύπου αλ-Κάιντα, μειώνοντας έτσι την όποια απήχησή τους. Η Μέση Ανατολή και ο αραβικός κόσμος θα είναι πια διαφορετικός.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην Αυγή της Κυριακής, στις 23 Ιανουαρίου 2011
